Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_η "κοινωνική ληστεία" στο ελληνικό κράτος : μέρος πρώτο



Γράφει η Εύα Μπολιουδάκη


1.      Η έννοια της «κοινωνικής ληστείας» κατά τον Hobsbawm.

Ο Eric Hobsbawm (1917 - 2012),
ήταν Βρετανός, μαρξιστής ιστορικός, διανοούμενος και συγγραφέας


Primitive Rebels, 1959
(Αρχέγονοι Ληστές,
Μελέτες  αρχαϊκών μορφών
των κοινωνικών κινημάτων
στον 19ο και 20ο αι. )
Το φαινόμενο της κοινωνικής ληστείας θεματοποιείται για πρώτη φορά στο έργο Ρrimitive Rebels [1] του  Eric Hobsbawm, που δημοσιεύεται το 1959, στα πρόθυρα της «αναβράζουσας» δεκαετίας του ’60. Η ανάδειξη και η προσέγγιση του φαινομένου εντάσσεται στην προσπάθεια για κριτική κατανόηση των νέων κοινωνικών κινημάτων τα οποία κυοφορούνταν στις συνθήκες του Ψυχρού Πολέμου και επρόκειτο να ξεσπάσουν τα αμέσως επόμενα χρόνια στις χώρες της Ευρωπαϊκής και Αμερικάνικης Δύσης. Πρόκειται για μια ουσιαστική μετατόπιση της κοινωνικής δράσης με την ανάδειξη νέων κοινωνικών στρωμάτων και αιτημάτων σύγκρουσης και αμφισβήτησης «που επικέντρωσαν κυρίως στο πρόβλημα της κυριαρχίας και της διαφοράς, εγκαταλείποντας ή βάζοντας βαθμηδόν σε δεύτερο πλάνο αυτό της εκμετάλλευσης και της ισότητας που ήταν συνυφασμένες στην κοινωνικο-οικονομική δόμηση της πολιτικής»[2].
Στο έργο του Primitive Rebels ο συγγραφέας εξετάζει τις αρχαϊκές ή πρωτόγονες μορφές κοινωνικής αναταραχής, μέσα σε ένα ευρύ φάσμα που εκτείνεται από την ληστεία τύπου Ρομπέν των Δασών, τις εργατικές και θρησκευτικές σέκτες έως τους πιο πρόσφατους επαναστατικούς σχηματισμούς. Η ιστορία των κοινωνικών κινημάτων χωρίζεται σε δύο διακριτές φάσεις : 1) τα αρχαία και μεσαιωνικά κινήματα π.χ. εξεγέρσεις σκλάβων, αγροτών κ.ά., 2) τα σύγχρονα κινήματα όπως αυτά εμφανίζονται στον ευρωπαϊκό νότο κυρίως,  από τα τέλη του 18ου αιώνα.
Τα αρχέγονα όμως κινήματα, όπως αυτά διερευνώνται στο παραπάνω βιβλίο, αν και ανήκουν χρονικά στον 19ο – 20ο αιώνα, δεν κατατάσσονται σε κάποια από τις δύο χρονικές διαιρέσεις, διότι θεωρείται ότι γεννιούνται σε ένα κόσμο προ-πολιτικών ανθρώπων και  οδηγούν στην απόκτηση της πολιτικής εκείνης συνείδησης,  που έκανε τον 20ο αιώνα τον πιο επαναστατικό στην ανθρώπινη ιστορία. 
            Πεδίο έρευνας της συγκεκριμένης μελέτης του Hobsbawm αποτέλεσε ο ευρωπαϊκός Νότος και πιο συγκεκριμένα η Ιταλία, καθόσον εκεί κατά τον 19ο αιώνα επιβίωναν ανόθευτες ακόμα, αγροτικές κοινωνίες, οι οποίες όμως ιστορικά συνυπήρχαν για ένα αξιόλογο χρονικό διάστημα, με τη μεγάλη βιομηχανική επανάσταση που συντελέστηκε στον ευρωπαϊκό Βορρά και δέχονταν ήδη τις συντριπτικές οικονομικές, πολιτιστικές και πολιτικές πιέσεις της.
Η κοινωνική ληστεία που εμφανίζεται στις αγροτικές κοινωνίες του Νότου, θεωρείται η πιο αρχέγονη και ακατέργαστη μορφή κοινωνικής αντίστασης των Νέων Χρόνων, με περισσότερους άμεσους και ευθείς δεσμούς με τον πληθυσμό της περιοχής στην οποία εμφανίζεται και δρα. Εκφράζει την κοινωνική αναταραχή που προκαλείται από τις ανισότητες, το έλλειμμα δικαιοσύνης, την οικονομική εκμετάλλευση και γενικά την δυσπραγία που συναντάμε στην σύσταση της κοινωνικής – κοινής ζωής των ανθρώπων. Μετά το ορόσημο της Γαλλικής Επανάστασης (1789),   φαινόμενα, όπως η κοινωνική ληστεία είναι αυθεντικά αποσπάσματα μιας επίπονης και ταραχώδους προσαρμογής των απλών καθημερινών ανθρώπων σε έναν κόσμο που αλλάζει και η μελέτη τους μας παρέχει την οπτική της ζωής «από τα κάτω», δηλαδή από την σκοπιά των χαμηλότερων τμημάτων της κοινωνικής ιεραρχίας και «από τα μέσα» δηλαδή χωρίς προσχηματοποιημένες αξιολογήσεις.
            Ο κοινωνικός ληστής, τον οποίο μελετά ο Hobsbawm προέρχεται από το προκαπιταλιστικό αγροτικό περιβάλλον και βρίσκεται σε διαρκή αναφορά μ’ αυτόν τον τρόπο – τύπο ζωής. Είναι τέκνο της υπαίθρου και σάρκα από την σάρκα των γηγενών πληθυσμών που κατοικούν σε έναν τόπο από αιώνες. Ο Hobsbawm διακρίνει τρεις τύπους ληστών :
1)      Ο ευγενής ληστής τύπου Ρομπέν των Δασών που δρα με γνώμονα το συμφέρον των πολλών και των φτωχών (ο ρομαντικός).
2)      Ο εκδικητής ληστής που αποδίδει ένα είδος δικαιοσύνης πέρα από την κρατούσα νομοθεσία των πλουσίων και των ισχυρών (ο τιμωρός).
3)      Ο χαϊδούκος, ο τύπος του συμμορίτη ο οποίος είναι μέλος μιας ένοπλης οργανωμένης συμμορίας με πολιτικές στοχεύσεις (ο αντάρτης).



Οι κοινωνικοί ληστές, ασχέτως αν ενσάρκωναν τον τύπο του προστάτη των φτωχών ή τον σκληρό εκδικητή, παρουσιάζουν διαχρονικά αξιοσημείωτες ομοιότητες σε όλους τους τόπους, ως αποτέλεσμα της ομοιομορφίας της κοινωνικής κατάστασης που γέννησε το φαινόμενο της ληστείας.  Έτσι, εμφανίζεται μια τυπολογία όσον αφορά τα κίνητρα που ωθούν κάποιον άντρα στη ληστεία, την σχέση που οφείλει να έχει με τον πληθυσμό της περιοχής, την μυθολογία που πλέκεται γύρω από τις ικανότητες και τα κατορθώματά του, τις συνήθειές του και το κύρος που θέλει να συνοδεύει το όνομά του, αλλά και τις δυσκολίες, τους κινδύνους και την πάντα απειλητική προδοσία ή «μπαμπεσιά».
Ο τύπος του κοινωνικού ληστή εκτός από έκφραση της κοινωνικής διαμαρτυρίας, είναι μια χαρακτηριστική και διακριτή περίπτωση προ-πολιτικού τύπου ανθρώπου, ο οποίος βλέπει τον κόσμο, τον εαυτό του και τους άλλους μέσα από το πρίσμα της οργανικής συγγένειας και του οικογενειακού δεσμού. Αισθάνεται την ανάγκη να ανήκει οργανικά με ακατάλυτο δεσμό αίματος σε ένα ευρύτερο σχηματισμό και διαφοροποιεί- διακρίνει τις καταστάσεις μέσα από πολωτικά σχήματα εχθρός/φίλος, καλό/κακό, δικός/ξένος. Το γεγονός ότι δεν ζει στους οργανωμένους οικισμούς αλλά συνήθως στα βουνά κι ότι δεν ασχολείται με την γεωργία ή την κτηνοτροφία δεν τον καθιστά ένα άλλο υποκείμενο. Η υποκειμενικότητά του εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το περιβάλλον του, από το οποίο ξεκομμένος πέφτει σε υπαρξιακό κενό, σε ανεστιότητα και απειλείται άμεσα η ηθική, ψυχική και βιολογική επιβίωσή του. Γι’ αυτόν το λόγο δημιουργεί και συντηρεί ένα εκτεταμένο δίκτυο συγγενικών δεσμών, προβαίνει σε εκδικητικές εκτελέσεις και ταπεινώσεις των εχθρών του, εκδραματίζει και φροντίζει την φήμη και την λάμψη του και κάθε λογής απειλές λαμβάνουν έναν χαρακτήρα ζωής και θανάτου. 
Ο κοινωνικός ληστής, αν και ρεαλιστικά απείχε  από τον εξιδανικευμένο ήρωα των μύθων και των τραγουδιών, ωστόσο δεν έπαψε να είναι  μια τραγική φιγούρα, ένα κοινωνικό κατασκεύασμα προορισμένο να συγκεντρώσει πάνω του την δύναμη, την ελπίδα, την εκδίκηση, το μίσος και εντέλει να καταστραφεί ο ίδιος, εγκλωβισμένος μέσα στην απαίτηση του κατασκευαστικού του μύθου.
Περαιτέρω ο Hobsbawm σε μια διεύρυνση του φαινομένου της κοινωνικής διαμαρτυρίας, σημειώνει και άλλους τύπους ή εκδοχές της. Μια απ’ αυτές υπήρξε η «Μαφία» στον Ιταλικό νότο και παρά τις επιμέρους διαφορές με το φαινόμενο της κοινωνικής ληστείας, έχουν κοινή αδιέξοδη προοπτική καθώς δεν διαθέτουν κάποια συγκροτημένη πρόταση κοινωνικής αναμόρφωσης, δεν διακηρύσσουν ιδεολογικές αρχές και δεν οραματίζονται κάποιον άλλον κόσμο. Για τους λόγους αυτούς δεν μπορούν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες, περιθωριοποιούνται και σταδιακά καταστέλλονται και εξαφανίζονται.
Πλησιέστερα στα σύγχρονα κινήματα βρίσκονταν τα μιλλεναριανιστικά κινήματα τα οποία διέθεταν πιο καλή οργάνωση, ασκούσαν πιο πιεστική και καθολική κριτική, είχαν επαναστατική ιδεολογία και πρόγραμμα το οποίο πρότειναν και προωθούσαν στους καταπιεζόμενους για την απελευθέρωσή τους.
Αντίστοιχο φαινόμενο με αυτό της κοινωνικής ληστείας στην ύπαιθρο, έχουμε την εμφάνιση του «όχλου» στα αστικά, προβιομηχανικά κέντρα. Ο «όχλος» έχει επίσης προ-πολιτικό χαρακτήρα, είναι άμορφος, ευμετάβλητος και κινείται από την αγανάκτηση και την ικανοποίηση άμεσων στόχων – αιτημάτων.
Πιο εξελιγμένη μορφή κοινωνικής διαμαρτυρίας αποτέλεσαν οι εργατικές σέκτες, οι οποίες θεωρούνται το πρόπλασμα των εργατικών συνδικάτων.

Συγκεφαλαιώνοντας, το φαινόμενο της κοινωνικής ληστείας είναι έκφραση του συντηρητισμού και της αμυντικότητας που ανέπτυξαν οι παραδοσιακές κοινότητες απέναντι σε δυνάμεις – είτε ακραίας καταπίεσης είτε της νέας καπιταλιστικής οικονομίας- που θεωρήθηκαν απειλητικές για την ισορροπία τους. Η κοινωνική ληστεία ως προ-πολιτικό φαινόμενο δεν έρχεται σε σύγκρουση με τις ταξικές δομές που γεννούν την φτώχεια και την καταπίεση. Στην καλύτερη περίπτωση αμβλύνει τις εξωφρενικές ανισότητες, προσφέρει μια παραμυθία μέσα στην δύσκολη καθημερινότητα της αγροτικής ζωής και εκτονώνει το φαντασιακό των καταπιεσμένων.
Η κοινωνική ληστεία ακολουθεί μια φθίνουσα πορεία καθώς οι παραδοσιακές κοινωνίες καταστρέφονται, ο εκβιομηχανισμός προχωρά με άλματα και το κατ’ εξοχήν κοινό της, οι χωρικοί, αρχίζουν να αποκτούν συνείδηση της τάξης στην οποία ανήκουν μέσα στον ευρύτερο καταμερισμό εργασίας, δημιουργούν αγροτικές ενώσεις και οργανώνουν πιο αποτελεσματικά εξορθολογίζοντας τις κινητοποιήσεις και τις διεκδικήσεις τους.



(Η παρούσα ανάρτηση αποτελεί μέρος της εργασίας  Η "κοινωνική ληστεία" στο ελληνικό κράτος και προτείνουμε για την αρτιότητα της ανάγνωσης, το διάβασμα των προηγούμενων αναρτήσεων στην κατηγορία Κοινωνιολογικές Μελέτες





[1] Hobsbawm, Eric, Primitive Rebels, Manchester 1959
[2] Γεωργούλας,  Αντώνης, Κοινωνικές θεωρίες εν δράσει, εκδ. Τόπος, Αθήνα 2010, σελ. 31

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός