Ο δοκιμιακός λόγος είναι – ίσως- ο μόνος δυνατός πλέον, αναστοχαστικός – φιλοσοφικός λόγος. Ένας λόγος δευτέρου επιπέδου που ενώ εφορμάται από την διασπασμένη σε κομμάτια πραγματικότητα –είτε αυτή αφορά γεγονότα της καθημερινότητας είτε ένα έργο τέχνης, όπως στην π.χ. το δοκίμιο για τον "Μοσκώφ Σελήμ του Γ. Βιζυηνού, ωστόσο οφείλει από τούτη την αναστοχαστική - φιλοσοφική φύση του να ανασυνθέτει αυτή την πραγματικότητα και να την ολοκληρώνει εντάσσοντάς την σε ένα ενιαίο νόημα.
Πάντως δεν αποτελειώνει το νόημα, είναι ένας λόγος με δοκιμαστικό περιεχόμενο. Μ’ αυτό εννοώ, ότι εάν πλέον πρέπει να συμβιβαστούμε με την ανυπαρξία φιλοσοφικών ολιστικών συστημάτων εξήγησης τότε το δοκίμιο είναι ο τύπος γραφής εκείνος που ταιριάζει με τον καλύτερο τρόπο στην εποχή μας, αρκεί να φέρει τα σπέρματα μιας κοσμοθεώρησης που πάει από το ειδικό στο γενικό, από το ενικό στο πληθυντικό.
Για να το κάνει, βέβαια, αυτό, ο δοκιμιογράφος πρέπει να διαθέτει μια κοσμοθεώρηση, διαφορετικά ο λόγος του είναι πληροφοριακός, αναλυτικός, και εν τέλει σχετικός, ένας λόγος κι αυτός ανάμεσα σ’ άλλους. Όμως εάν οι δοκιμιογράφοι προσπαθούν γράφοντας να ανασυστήσουν μια –έστω την δική τους -κοσμοθεώρηση τότε θα διαπιστώσουμε ότι οι διάφορες επιμέρους υποκειμενικότητες, όσο και αν εμφανίζονται ως άπειρες στον αριθμό, ωστόσο ταξινομούνται γύρω από δύο – τρεις το πολύ κοσμοθεωρήσεις.
Αυτός ο προβληματισμός μου περί του δοκιμίου, εντάσσεται μέσα σ' ένα ευρύτερο πλαίσιο προβληματισμού για την νεοτερικότητα που εγκαινίασε θεωρητικά ο Καντ. Αν όμως, μεγάλος σοφός του Διαφωτισμού, εγκαινίασε τη νεωτερική εποχή προφυλάσσοντας τον Λόγο από τις εγγενείς του αντινομίες, δηλαδή να στοχάζεται, με έναν τρόπο ερωτικό, περί του απόλυτου και του υπερβατικού και να νομίζει ότι γνωρίζει περί αυτών, σήμερα ο Λόγος φαίνεται ότι έχει μείνει απροστάτευτος, με ένα τρόπο θαμπωτικό, από την ακριβώς αντίθετη εγγενή του επίσης τάση : να μένει προσκολλημένος στο μερικό, στο φαινομενικό, σ’ αυτό που συνεχώς μεταβάλλεται, στο άμεσο δεδομένο.
Καμία πτυχή της πραγματικότητας δεν πρέπει να αποκλείεται από τον δοκιμιακό λόγο. Αντίθετα αυτές οι πτυχές του πραγματικού μέσα στην χαοτική ποικιλομορφία τους αποτελούν το υλικό που θα πρέπει να μας καθοδηγεί.
Για το λογοτεχνικό δοκίμιο, ειδικότερα, ο μόνος περιορισμός είναι αυτός που το ίδιο το πρωτογενές έργο θέτει, τον οποίο ο δοκιμιογράφος πρέπει να σεβαστεί και να μην κατασπαράξει.
!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή